O Μπάλα Κρίσνα (Σανσκριτικός όρος: balakrsna, κυριολεκτικά σημαίνει “παιδί Κρίσνα”), που μερικές φορές μεταφράζεται σαν “Θεϊκό παιδί Κρίσνα”, είναι ιστορικά μία από τις πρώτες μορφές λατρείας του Κρίσνα στην αρχαιότητα.

Ο Κρίσνα, ένας από τους πιο δημοφιλείς θεούς του Ινδουιστικού πανθέου, είναι σεβαστός σαν η υπέρτατη θεότητα και η όγδοη ενσάρκωση του θεού Βισνού. Λατρεμένος, σαν αυτός που διατηρεί την τάξη του κόσμου, εμφανίζεται σε μια σειρά από μύθους και θρύλους.

Η πιο σημαντική πηγή των ιστοριών για αυτόν είναι το μεγάλο Ινδικό έπος Μαχαμπαράτα, γραμμένο μεταξύ 400 π.k.ε. και 200 μ.κ.ε. και η Μπάγκαβαταμ, ή Μπαγκαβάτα Πουράνα, γραμμένη αργότερα. Η μυθολογία του Κρίσνα είναι πανάρχαιη. Πολλούς διαφορετικούς ρόλους παίζει μέσα στα ινδικά κείμενα.

Σύμφωνα με τον μύθο, ο Κρίσνα ήταν ο γιος του Βασουντέβα, αρχηγού της φυλής Γιαντάβα και της Ντεβάκη. Ο θείος του, ο κακός βασιλιάς της πόλης Μάθαρα, ο Κάμσα, άκουσε μια προφητεία, ότι θα σκοτωθεί από το όγδοο παιδί της αδερφής του Ντεβάκη και ορκίστηκε να το σκοτώσει.  Ωστόσο, όταν η Ντεβάκη γέννησε τον Κρίσνα, το όγδοο παιδί της, ο θεός Βισνού βοήθησε να τον ανταλλάξουν με το νεογέννητο παιδί ενός βουκόλου. Το ζευγάρι των βουκόλων ανέθρεψε τον Κρίσνα σαν παιδί τους.

Έτσι ο Κρίσνα, αν και γιoς βασιλικής οικογένειας, μεγάλωσε κοντά σε βοσκούς, γι΄αυτό απεικονίζεται πάντα στη φύση να παίζει το φλάουτο και να περιτρυγυρίζεται από τις βοσκοπούλες.  Ο κακός Κάμσα όμως, ανακάλυψε ότι ο Κρίσνα ήταν ζωντανός και έστειλε δαίμονες για να τον καταστρέψουν, αλλά αυτός κατάφερε να ξεπεράσει όλα τα προβλήματα

Τον Κρίσνα τον συναντάμε σε τρεις ηλικιακές φάσεις, μωρό και μικρό παιδάκι, έφηβο και νέο άντρα και ώριμο.

Ως μικρό παιδάκι εμφανίζεται πολύ άτακτος, κάνει όλο σκανταλιές, συχνά πηγαίνει στο ποτάμι, όπου ακολουθεί τις βοσκοπούλες και μόλις αυτές βγάλουν τα ρούχα τους και πέσουν στο νερό, αυτός τα κλέβει και τα κρύβει μέσα στα δέντρα. Γελώντας ζητάει από αυτές να πάψουν να κρύβονται και να βγούν έξω από το νερό χωρίς να ντρέπονται. Μοιάζει να λέει ο Κρίσνα, ότι οι δυσκολίες της ζωής είναι δικά του παιχνίδια μέχρι το εγώ να παραδοθεί, να πάψει να αμύνεται και ο άνθρωπος να ανακαλύψει γυμνός την πραγματική του φύση και τότε όλα πάλι θα του δοθούν πίσω.

Από μικρός έκανε πολλά θαύματα και με την καλαμένια φλογέρα του ξετρελλαίνει τις καρδιές και μαγεύει όλα τα πλάσματα, τόσο τους ανθρώπους όσο και τα ζώα.
Νέος άντρας ερωτοτροπεί με τις βοσκοπούλες μέσα σε λουλουδένιες κρυψώνες στο δάσος Μπριντάβαν κάτω από την πανσέληνο. Ενσαρκώνει το ακαταμάχητο κάλεσμα της καρδιάς και την πληρότητα μέσα από την ένωση με το είναι.

Στο ποιητικό έργο Γκίτα Γκοβίντα παρουσιάζεται ως πανέμορφος θεϊκός βοσκός, με μακρυά μαύρα μαλλιά, που τα στολίζει με φτερά από παγώνι. Οι βοσκοπούλες εκστασιάζονται όταν τον βλέπουν, ενώ όταν βρίσκονται μακρυά του πέφτουν σε παραλήρημα, και σαν μαγεμένες τρέχουν μέσα στο δάσος αψηφώντας τους κινδύνους, για να τον συναντήσουν.

Ως ώριμος άντρας βρίσκεται στο πεδίο μάχης, οδηγός του πολεμικού άρματος του Άρτζουνα. Μέσα στου πολέμου την παραζάλη, σε μια στιγμή που ο γενναίος πολεμιστής διστάζει να πολεμήσει γιατί στην απέναντι παράταξη βλέπει αγαπημένους του συγγενείς, ο Κρίσνα παίρνει την κοσμική του μορφή και του διδάσκει την γιόγκα της δράσης. Ο στόχος της δράσης είναι να οδηγήσει στην μη δράση και την απελευθέρωση από την αναγκαιότητα του δρω.

«Ποιά είναι η δράση που απελευθερώνει;» ρωτάει ο Άρτζουνα.

«Αυτή που συμβαίνει χωρίς προσκόλληση στο αποτέλεσμα», λέει ο Κρίσνα.

«Ο δρων οφείλει να δρα με ποιότητα, χωρίς προσκόλληση στους καρπούς των πράξεών του. Τα υπόλοιπα είναι υπόθεση δική μου».

@Δήμητρα Λιαπή / σύμβουλος Φενγκ Σούι & Βάστου