Σύμφωνα με τις βουδιστικές πηγές, αναφέρεται ότι ο Βούδας (που στην αρχή ονομάζονταν Σιντάρντα Γκωτάμα) γεννήθηκε το 563 π.Χ. στο Καπιλαβαστού της Ινδίας. Πατέρας του ήταν ο Σουντοντάνα, κυβερνήτης της φυλής των Σάνκχια και μητέρα του η Μάχαμάγια. Όταν η Μάχαμάγια γέννησε τον Σιντάρτα, δέχτηκε την επίσκεψη πολλών αστρολόγων και σοφών, οι οποίοι θέλησαν να προμαντέψουν την τύχη του νεογέννητου. Οι πιο πολλοί συμφώνησαν ότι το παιδί δεν ήταν προορισμένο για κυβερνητικά αξιώματα αλλά ότι θα αποκτούσε τη Φώτιση, τη «Μπούντα». Ο Σουντοντάνα τότε ανησύχησε, γιατί είχε άλλα σχέδια για το γιο του- ήθελε να τον κάνει αυτοκράτορα-διάδοχό του. Έτσι πήρε υπερπροστατευτικά μέτρα για να εμποδίσει το Σιντάρτα να δει τα 4 σημάδια που σύμφωνα με την προφητεία, θα τον ωθούσαν να απαρνηθεί τον κόσμο και το βασίλειο για την αναζήτηση της Αλήθειας και την συνειδητοποίηση της πραγματικής ζωής.
Ο Σιντάρτα μεγάλωσε, λοιπόν, μέσα στα πλούτη, τις ανέσεις και τις ηδονές, χωρίς ποτέ να βγει από το βασίλειό του κι έτσι να γνωρίσει τα κακά και τις δυστυχίες του κόσμου. Παρόλες τις αυστηρές όμως προφυλάξεις του πατέρα του, το μοιραίο συνέβη σε μια έξοδο του Σιντάρτα από το βασίλειο που ήταν κλεισμένος, κι έτσι αντιμετώπισε σταδιακά τα 4 σημάδια: έναν γέρο, έναν άρρωστο, έναν νεκρό κι έναν άγιο – δηλαδή τα γηρατειά, την αρρώστια, το θάνατο και την προσπάθεια του φιλοσόφου να βρει μια λύση σ’ όλα αυτά. Η καρδιά του Σιντάρτα συγκλονίστηκε και συγκινήθηκε.

Ο πόνος του ήταν μεγάλος όταν πληροφορήθηκε πως κανείς άνθρωπος δε μπορεί να ξεφύγει απ’ αυτές τις καταστάσεις.
“Πώς μπορώ να είμαι χαρούμενος, όταν γύρω μου υπάρχουν όντα που γερνούν, αρρωσταίνουν και πεθαίνουν;”

Έτσι μπρος στο πρόβλημα του ‘γιατί’ της ύπαρξης, του ‘γιατί’ του πόνου και χάρη στην συμπόνια του για τους ανθρώπους, απαρνήθηκε τα πλούτη και τις ηδονές του, εγκατέλειψε την οικογένειά του και το Βασίλειο και αφοσιώθηκε στην αναζήτηση της Αλήθειας.

Παρόμοιους μύθους για τον άνθρωπο συναντάμε σ’ όλες σχεδόν τις μεγάλες Θρησκείες, όπως και στο Βουδισμό, όπου εν ολίγοις αφήνεται να εννοηθεί το εξής: Ότι ενώ οι άνθρωποι στην αρχή ζούσαν σύμφωνα με την θεϊκή τους φύση, ήταν αυτόφωτα, πνευματικά όντα, άρχισαν να επηρεάζονται και να έλκονται από την ύλη, μέχρι που τελικά ξέπεσαν και βουτήχτηκαν στην ύλη, μπήκαν σε σώματα ζώων κι άρχισαν να υπόκεινται στην γέννηση και στον θάνατο, στον νόμο της αιτιότητας (κάρμα). Έτσι το όλο πεπρωμένο του ανθρώπου, όλος ο στόχος του, όλος ο αγώνας του, είτε το ξέρει είτε όχι, είτε είναι συνειδητός είτε όχι, είναι να απελευθερωθεί από τα δεσμά και την φυλακή της ύλης, μέσω της δικής του διάνοιας και δύναμης, μέσω των δικών του προσπαθειών.

@Δήμητρα Λιαπή / σύμβουλος Φενγκ Σούι & Βάστου